Το 1994 με ένα παλιόπαιδο από αυτά που ο χρόνος τα μεταλλάσει σε κουμπάρους, πήγαμε διακοπές στην Ίο. Δύο πράγματα θυμάμαι από εκείνες τις διακοπές (οκ, οκ θυμάμαι περισσότερα αλλά δύο φτάνουν για τώρα).
Ένα βράδυ πήραμε το λεωφορείο για την χώρα το οποίο ήταν γεμάτο μέχρι ασφυξίας. Καθόμαστε όρθιοι περιμένοντας να ανέβει τις ανηφοριές, πράγμα που έκανε με περισσή στεναχώρια και ασθμαίνοντας. Ακριβώς πίσω μου είναι δυο τουρίστες, Ιρλανδοί θα έλεγα τώρα αν με ρωτούσες.
Ενώ έχουμε όλοι ιδρώσει και ελπίζουμε να φτάσουμε σώοι χωρίς να μας φύγει το ζελέ από τα μαλλιά, ξαφνικά ακούω τον ένα από τους δύο:
Ένα βράδυ πήραμε το λεωφορείο για την χώρα το οποίο ήταν γεμάτο μέχρι ασφυξίας. Καθόμαστε όρθιοι περιμένοντας να ανέβει τις ανηφοριές, πράγμα που έκανε με περισσή στεναχώρια και ασθμαίνοντας. Ακριβώς πίσω μου είναι δυο τουρίστες, Ιρλανδοί θα έλεγα τώρα αν με ρωτούσες.
Ενώ έχουμε όλοι ιδρώσει και ελπίζουμε να φτάσουμε σώοι χωρίς να μας φύγει το ζελέ από τα μαλλιά, ξαφνικά ακούω τον ένα από τους δύο:
A long, long time ago...
I can still remember
How that music used to make me smile.
And I knew if I had my chance
That I could make those people dance
And, maybe, they'd be happy for a while.
But February made me shiver
With every paper I'd deliver.
Bad news on the doorstep;
I couldn't take one more step.
I can't remember if I cried
When I read about his widowed bride,
But something touched me deep inside
The day the music died.
Και τότε, θαρρείς με μια φωνή όλο το λεωφορείο συνέχισε:
So bye-bye, miss american pie.
Drove my chevy to the levee,
But the levee was dry.
And them good old boys were drinkin' whiskey and rye
Singin', "this'll be the day that I die.
"this'll be the day that I die."
Α, δεν πήγαμε παραπέρα, συνεχίσαμε τρεις η τέσσερεις φορές το ρεφραίν.
Και όταν τελειώσαμε - το λεωφορείο θαρρείς πως είχε πάρει θάρρος και την είχε καταπιεί την ανηφοριά - γυρνάει ο ένας Ιρλανδός στον άλλο:
See, I told you they'd know it!
Με το λεωφορείο λοιπόν πηγαίναμε στην χώρα και πίναμε μέχρι το πρωί σε ένα δωματιάκι μικρό χωρίς θέα χωρίς αέρα αλλά με ποτά, τηλεοράσεις στον τοίχο(!), και καλή μουσική.
Τι καλή δηλαδή, AC/DC όλη νύχτα! Χορεύαμε, μιλούσαμε, πίναμε, χτυπιόμασταν και κάτι που δεν θυμόμαστε να κάνουμε αρκετά: γελούσαμε.
Τέλειο μαγαζάκι, τέλειο δωματιάκι που κάποιος έφτιαξε και μας χάρισε στιγμές μοναδικές. Μας κράτησε τρεις μέρες κοντά του μέχρι που ο φόβος έχασε οριστικά από τις ορμόνες και βγήκαμε στο κυνήγι.
Έστω και αν δεν έβαλε ούτε ένα τραγούδι από άλλο συγκρότημα κάθε νύχτα, όλη νύχτα.
Χθες, βρεθήκαμε σε ένα μεγαλύτερο δωμάτιο. Όμως και αυτό είχε τα Video Wall του, και αυτό είχε την ίδια θέα, και σ'αυτό το μενού είχε μόνο AC/DC.
Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια.
Αμφιβάλλω πολύ.
Αλλά δεν μπορώ να μην φαντάζομαι, τον φίλο από την Ίο, να έχει έρθει με το πλοίο και να βρίσκεται στο ίδιο δωμάτιο με μας χθες, χτυπώντας το κεφάλι πάνω κάτω...
2 comments:
Χι,χι, σίγουρα θα ήταν εκει, σίγουρα !
Ναι θα ήταν ωραίο...
Post a Comment