Τα σύννεφα, αυτό το κατεξοχήν σύμβολο της μοναδικότητας και της ιδιαιτερότητας, αυτά που δεν είναι ίδια ούτε με τον εαυτό τους, ξαφνικά έχουν γίνει ένα με όλα τα σύννεφα που έχουν έρθει ή θα έρθουν στον ουρανό μας. Η ομοιομορφία σε όλο της το μεγαλείο.
Τρέχω να προλάβω πριν πέσουν οι πρώτες στάλες, τρέχω πίσω από τον επόμενο που σκύβει προσπαθώντας να ανοίξει την ομπρέλα του, τρέχω να γυρίσω στην σιγουριά της ζωούλας μου, τρέχω με τη γλώσσα έξω ασθμαίνοντας και ξέροντας πως το κρύωμα χορεύει γύρω απ' το κορμί μου, τρέχω γιατί δεν ξέρω πως να σταματήσω.
Ένα αόρατο χέρι με σταματά· τα μάτια μου ανοίγουν. Βλέπω το φως. Δεν μπορώ να προχωρήσω. Το φως φωτίζει τις πολυκατοικίες κάτω από το πέπλο των σύννεφων. Φαινόμενο σπάνιο, βροχή μαζί με ήλιο.
Αφήνω τι πρώτες στάλες να με βρέξουν, οι επόμενες, πιο δυνατές, με καθαρίζουν, σε λίγο τις νιώθω σα μαστιγώματα στο πρόσωπο.
Τρέχουν στα μάγουλα μου αντί για δάκρυα. Δάκρυα δεν έχω πια να χύσω. Όχι τα δάκρυα είναι το αποτέλεσμα. Πόνος μου λείπει. Σταμάτησα να πονάω κάποια στιγμή και σιγά σιγά, σαν καρκίνος, άρχισε να μου τρώει τα αισθήματα. Πρώτα ο πόνος μετά η χαρά, ο ενθουσιασμός, ο φόβος.
Έχω χάσει κάθε αίσθημα και μου έμεινε ένα. Η αδιαφορία. Η αδιαφορία όμως είναι ασταθής· μεταλλάσεται. Η δικιά μου μόλις χάθηκε και έδωσε την θέση της στην απελπισία.
Θέλω να ξαναθυμηθώ πως είναι να αισθάνεσαι.
Η καρδιά μου γεμίζει από σιγουριά. Ο πόνος χάθηκε πρώτος, αυτός πρέπει να βρεθεί πρώτος. Θα πάω στο πρώτο Tμήμα να ομολογήσω...
No comments:
Post a Comment