Δεν τα είχε φτιάξει ποτέ με γιατρό. Της φαίνονταν κάπως.
Τι σημαίνει αυτό, επέκρινε αμέσως τον εαυτό της. Βρες άλλη λέξη. Δήθεν. (Καλύτερα.) Δήθεν σώζουν τον κόσμο, δήθεν η δουλειά τους έχει νόημα και όλοι οι άλλοι είναι μαϊμούδες, δήθεν είναι οι μόνοι που αντέχουν. Τι αντέχουν; Την πίεση. Το αίμα. Την ανατομία. Το νυστέρι.
Αυτός όμως δεν ήταν έτσι. Ή ίσως να ήταν, όμως μπήκε ύπουλα στην ζωή της και την κέρδισε. Όμορφος όπως της άξιζε (τα βλέμματα πάντα πάνω της ειδικά το καλοκαίρι), με μηχανή - αχ αυτή η μηχανή όλο σε μαλάκες την οδηγούσε αλλά αυτή τα ίδια -, τρυφερός, συγκαταβατικός, ακούει.
Πήγανε στο Ιερό της. Έτσι το είχαν πει. Κάπου στο Σούνιο, το κολπάκι μικρό, οι δυο τους στα βράχια, η θέα τραβούσε, η ζέστη πρακτικά έβγαλε τα ρούχα τους και η βουτιά ήρθε μόνη της.
Τώρα που ο πόθος τούς επέτρεψε να ανακτήσουν το σώμα τους, τους βρίσκουμε ξαπλωμένους στον βράχο να λιάζονται σαν δυο ερωτευμένα θηλαστικά.
- Κόπηκα
- Που; Για να δω!
- Δεν είναι τίποτε. Άλλη μια πληγή. Έχω πολλές. Τι ξέρω όλες. Μία μία, μπορώ να σου πω που τις απέκτησα.
- Χμμμ
- Ναι! Να δες βλέπεις αυτή εδώ στην πατούσα; Ήμουν 12 χρονών ερωτευμένη με τον Γιάννη από το ψιλικατζίδικο. Πήγαινα παντού ξυπόλητη και έτσι και εκεί. Κάθε μέρα για να πάρω τα κόκκινα κρακεράκια. Αχ. Κάθε μέρα για τα κρακεράκια. Αχ, Τα κόκκινα. Αχ, Τα καλύτερα κρακεράκια. Αχ. Για να με δει και να τον δω. Μια μέρα ο Γιάννης δεν είδε πως είχε σπάσει ένα μπουκάλι μπύρας και Αχ!το πάτησα.
- Δεν το πιστεύω!
- Γιατί; Είναι μεγάλο τίμημα να πληρώσεις για τον πρώτο σου έρωτα; Ακόμη έχω το γυαλί, πιάσε.
- Ναι το έχεις! Δεν το πιστεύω;
- Γιατί καλέ;
- Δεν πρέπει να μείνει άλλο μέσα σου. Μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα.
- Τώρα μετά από τόσα χρόνια;
- Ναι, ποτέ δεν ξέρεις πότε μπορεί να δημιουργήσει επιπλοκές. Περίμενε, θα φέρω κάτι να στο βγάλω.
- Όχι καλέ!
- Δεν υπάρχει όχι.
Έτρεξε στο βαλιτσάκι. Έφερε τα πάντα: Νυστέρι, βαμβάκι, οινόπνευμα, γάζες, χανσαπλάστ. Δεν πρόλαβε να πει όχι, να αντιδράσει περισσότερο. Δεν του πήρε και πολύ. Αφαίρεσε το ξένο σώμα, και δεν έτρεξε πολύ αίμα. Σε δυο λεπτά είχε τελειώσει. Δεν είμαι σίγουρος όμως πως είδε όλο το αίμα που χύθηκε.
Την βοήθησε, γλυκά. Ανέβηκαν στην μηχανή και έφυγαν.
Κάτι έμεινε πίσω όμως.
Αυτό το κάτι δεν την άφησε να τον ξαναδεί.